Loading...
 
Mediterr J Rheumatol 2015; 26(2): 76-79
Πολυκεντρική Μελέτη Δημιουργίας Αρχείων Ελλήνων Ασθενών Με Γιγαντοκυτταρική Αρτηρίτιδα, Νεφρίτιδα Συστηματικού Ερυθηματώδους Λύκου, Αντιφωσφολιπιδικό Σύνδρομο, Συστηματική Σκληροδερμία & Νόσο Αδαμαντιάδη-Behcet
Πληροφορίες Συγγραφέων
(εκ μέρους της Ομάδας Εργασίας Αυτοάνοσων Νοσημάτων της ΕΡΕ-ΕΠΕΡΕ)
Πλήρες Κείμενο
Εισαγωγή: Ο επιπολασμός των συστηματικών αυτοάνοσων νοσημάτων στον ελληνικό χώρο εκτιμάται σε 1.08%, είναι υψηλότερος στις γυναίκες και  αυξάνει με την ηλικία.1 Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν αύξηση του επιπολασμού αυτών των νοσημάτων κατά την τελευταία δεκαπενταετία στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, πιθανώς λόγω βελτίωσης στη διάγνωση και την αντιμετώπισή τους.2 Τα σχετικά επιδημιολογικά δεδομένα από την Ελλάδα είναι περιορισμένα. Σε δύο μελέτες από τη βορειοδυτική Ελλάδα η επίπτωση για μεν το συστηματικό ερυθηματώδη λύκο ανήρχετο σε 1.90/100,000,3 για δε το συστηματικό σκληρόδερμα σε 1.10/100,000.4 Συχνότερη ηλικία εμφάνισης για το συστηματικό ερυθηματώδη λύκο ήταν τα 30-49 έτη και για το συστηματικό σκληρόδερμα τα 45-64 έτη, η δε αναλογία γυναικών:ανδρών ήταν 7.4:1 και 8.9:1, αντίστοιχα.3,4 Για τη νόσο Αδαμαντιάδη-Behcet η συχνότητα εκτιμάται σε 400/10,0005, ενώ για τη γιγαντοκυτταρική αρτηρίτιδα ο επιπολασμός ανέρχεται σε 0.035% στο σύνολο του πληθυσμού και σε 0.08% στα άτομα άνω των 50 ετών.1 Για το αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο δεν υπάρχουν επί του παρόντος δεδομένα επιπολασμού ή επίπτωσης από την Ελλάδα. Τα συστηματικά αυτοάνοσα νοσήματα εμφανίζουν σημαντική ποικιλομορφία στις κλινικές τους εκδηλώσεις, χαρακτηρίζονται από ένα εκτενές φάσμα συννοσηροτήτων, η δε θεραπεία τους παρουσιάζει αρκετούς περιορισμούς ως προς το κόστος, την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά της.

Στόχος της παρούσας μελέτης είναι η καταγραφή:

1. των δημογραφικών χαρακτηριστικών των ασθενών με  γιγαντοκυτταρική αρτηρίτιδα, νεφρίτιδα του συστηματικού ερυθηματώδους λύκου, αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο, συστηματικό σκληρόδερμα και νόσο Αδαμαντιάδη-Behcet  στην Ελλάδα.
2. των κλινικών χαρακτηριστικών και του ανοσολογικού προφίλ αυτών των ασθενών, με στόχο την εξαγωγή συμπερασμάτων για πιθανές κλινικοεργαστηριακές συσχετίσεις.
3. της εφαρμοζόμενης θεραπείας (ανοσοκατασταλτικά, κορτικοειδή, βιολογικοί παράγοντες, αντιπηκτικά), καθώς και πιθανών παρενεργειών από τη χρήση της.
4. των συνηθειών ζωής (κάπνισμα, αλκοόλ) και των συννοσηροτήτων των ασθενών (καρδιαγγειακά νοσήματα, περιφερική αγγειακή νόσος, σακχαρώδης διαβήτης, χρόνια αναπνευστική πνευμονοπάθεια, κακοήθειες, οστεοπόρωση).
5. της επίπτωσης και του επιπολασμού λοιμώξεων (ιογενείς ηπατίτιδες).
6. της εμβολιαστικής κάλυψης έναντι πνευμονιόκοκκου και εποχικής γρίπης στην περίπτωση της γιγαντοκυτταρικής αρτηρίτιδας.

Υλικό και μέθοδοι: Η μελέτη θα είναι διατμητικού σχεδιασμού, πολυκεντρική. Σε αυτήν θα ενταχθούν ασθενείς:

α. με νεφρίτιδα του λύκου διαγνωσθείσα είτε επί τη βάση της βιοψίας νεφρού, είτε από την ανεύρεση έκπτωσης της νεφρικής λειτουργίας που δεν ερμηνεύεται από άλλη αιτία, λευκωματουρίας≥1gr/24hr, αιματουρίας και κυλίνδρων στα ούρα ασθενών με συστηματικό ερυθηματώδη λύκο.

β. με συστηματικό σκληρόδερμα διαγνωσθέν βάσει των κριτηρίων ACR (1980)6 ή βάσει των κριτηρίων ACR-EULAR (2013).7

γ. με αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο διαγνωσθέν βάσει των αναθεωρημένων διεθνών κριτηρίων του 2006 (International Consensus Classification Criteria for definite APS).8

δ. με νόσο Αδαμαντιάδη-Behcet διαγνωσθείσα βάσει των αναθεωρημένων διεθνών κριτηρίων (International Criteria for Behcet's Disease).9

ε. με γιγαντοκυτταρική αρτηρίτιδα βάσει των κριτηρίων του ACR (1990).10

Σε διάστημα ενός έτους θα καταγραφούν διαδοχικά όλοι οι ασθενείς με τις προαναφερθείσες διαγνώσεις που επισκέπτονται τα συμμετέχοντα κέντρα (πανεπιστημιακές κλινικές τριτοβάθμιων νοσοκομείων). Πριν την ένταξη στη μελέτη, κάθε ασθενής θα πρέπει να υπογράψει έντυπο πληροφορημένης συγκατάθεσης. Η ανωνυμία των ασθενών που συμμετέχουν εξασφαλίζεται με την καταχώρηση των δεδομένων τους με τα αρχικά του ονοματεπώνυμού τους, τα οποία σε συνδυασμό με το έτος γέννησης και τον κωδικό του κέντρου παρακολούθησης θα σχηματίζουν ένα μοναδικό κωδικό ανά ασθενή. Η καταγραφή των δεδομένων θα γίνεται είτε με τη συμπλήρωση ενός προτυπωμένου εντύπου που θα αποστέλλεται στη γραμματεία της μελέτης, είτε με απευθείας εισαγωγή των στοιχείων σε ηλεκτρονική βάση δεδομένων, που θα είναι προσβάσιμη μέσω ενός ασφαλούς διαδικτυακού τόπου. Στα κέντρα που θα συμμετάσχουν, θα αποσταλούν αναλυτικές οδηγίες σχετικά με τη συμπλήρωση των διάφορων πεδίων της φόρμας καταγραφής, ώστε να επιτευχθεί κατά το δυνατόν ομοιογένεια στη συλλογή των δεδομένων. Μετά πάροδο τριετίας υπάρχει πρόβλεψη να επαναληφθεί η καταγραφή των δεδομένων των ασθενών προκειμένου να εξαχθούν και προοπτικά συμπεράσματα από τη μελέτη. Για την ανάλυση των στοιχείων θα εφαρμοσθούν μέθοδοι περιγραφικής στατιστικής.

Προσδοκώμενα αποτελέσματα: Η μελέτη που θα χρηματοδοτηθεί από την Ελληνική Ρευματολογική Εταιρεία σκοπεύει για πρώτη φορά στην Ελλάδα να συγκεντρώσει δεδομένα από ένα πολύ μεγάλο δείγμα ασθενών με νεφρίτιδα του λύκου, συστηματικό σκληρόδερμα, αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο, γιγαντοκυτταρική αρτηρίτιδα και νόσο Αδαμαντιάδη-Behcet, με την προοπτική να διευκρινίσει την επιδημιολογία και τις κλινικές εκφάνσεις των νοσημάτων αυτών στον ελληνικό χώρο, να καταγράψει τις εφαρμοζόμενες θεραπείες και το βαθμό συμμόρφωσής τους με τις διεθνείς και ελληνικές οδηγίες και να περιγράψει τις συχνότερες επιπλοκές και συννοσηρότητες των συστηματικών αυτοάνοσων νοσημάτων.
Παραπομπές
  1. Andrianakos A, Trontzas P, Christoyannis F, Kaskani E, Nikolia Z, Tavaniotou E, et al. Prevalence of rheumatic diseases in Greece: A cross-sectional population based epidemiological study. The ESORDIG Study. J Rheumatol 2003; 30: 1589–601.
  2. Peschken C, Hitchon C. Rising prevalence of systemic autoimmune rheumatic disease: increased awareness, increased disease or increased survival? Arthritis Res Ther 2012; 14: A20.
  3. Alamanos Y, Voulgari PV, Siozos C, et al. Epidemiology of systemic lupus erythematosus in northwest Greece 1982-2001. J Rheumatol 2003; 30: 731–5.
  4. Alamanos Y, Tsifetaki N, Voulgari PV, Siozos C, Tsamandouraki K, Alexiou GA, et al. Epidemiology of systemic sclerosis in northwest Greece 1981 to 2002. Semin Arthritis Rheum 2005; 34: 714–20.
  5. Konstantopoulos K, Kanta E, Papadopoulos V, Kaklamanis P, Hatzinikolaou M, Kalotychou V, et al. Mediterranean fever gene mutations in greek patients with Behcet’s disease. West Indian Med J 2012; 61: 28–31.
  6. Preliminary criteria for the classification of systemic sclerosis (scleroderma). Subcommittee for scleroderma criteria of the American Rheumatism Association Diagnostic and Therapeutic Criteria Committee. Arthritis Rheum 1980; 23: 581–90.
  7. Van Den Hoogen F, Khanna D, Fransen J, Johnson SR, Baron M, Tyndall A, et al. 2013 classification criteria for systemic sclerosis: An american college of rheumatology/European league against rheumatism collaborative initiative. Arthritis Rheum 2013; 65: 2737–47.
  8. Miyakis S, Lockshin MD, Atsumi T, Branch DW, Brey RL, Cervera R, et al. International consensus statement on an update of the classification criteria for definite antiphospholipid syndrome (APS). J Thromb Haemost 2006; 4: 295–306.
  9. Davatchi F, Assaad-Khalil S, Calamia KT, Crook JE, Sadeghi-Abdollahi B, Schirmer M, et al. The International Criteria for Behçet’s Disease (ICBD): A collaborative study of 27 countries on the sensitivity and specificity of the new criteria. J Eur Acad Dermatology Venereol 2014; 28: 338–47.
  10. Hunder GG, Bloch DA, Michel BA, Stevens MB, Arend WP, Calabrese LH, et al. The American College of Rheumatology 1990 criteria for the classification of giant cell arteritis. Arthritis Rheum 1990; 33: 1122–8.